Είναι γνωστό ότι τα εμπορικά πλοία κατά την
επιχειρησιακή τους λειτουργία κινδυνεύουν από κάθε είδους ατυχήματα. Οι
κίνδυνοι της θάλασσας προέρχονται από σφοδρούς ανέμους και την κίνηση των
κυμάτων, τα παλιρροιακά ρεύματα, την ομίχλη, τους υφάλους ιδίως κοντά σε ακτές
και τα διάφορα αβαθή.
[1]
Οι απότομες αλλαγές στην κίνηση των
ανέμων μεταβάλλουν τις συνθήκες στη θάλασσα και σε συνδυασμό με την αδυναμία
του ανθρώπου πολλές φορές να αντιμετωπίσει (ή και να επιβιώσει) αβοήθητος στο
θαλάσσιο περιβάλλον, οδηγούν σε απώλειες ανθρώπινων ζωών, πλοίου, φορτίου και
πιθανόν σε θαλάσσια ρύπανση.
Μία
πηγή [2]
υποστηρίζει ότι οι ατυχηματικές απορρίψεις από τα τάνκερς είναι δύο ειδών. Η
πρώτη περίπτωση αφορά στους τερματικούς σταθμούς κατά τη διάρκεια φορτώσεων ή
εκφορτώσεων. Οι απορρίψεις αυτές μολονότι αποτελούν ένα μικρό μέρος της
θαλάσσιας ρύπανσης, πιθανόν να προκαλούν σοβαρές συνέπειες διότι το πετρέλαιο
είναι συνήθως αδιάλυτο και απειλεί τους χώρους των λιμένων. [3]
Η δεύτερη περίπτωση που είναι και η πιο σοβαρή από τις δύο αφορά στα ατυχήματα
των τάνκερς στη θάλασσα.
Ειδικότερα,
τα περισσότερα ατυχήματα των δεξαμενόπλοιων συμβαίνουν κοντά στις ακτές ή και
σε περιοχές πυκνής κυκλοφορίας, οι δε περιπτώσεις ολικών απωλειών πλοίων ή και
φορτίων (total losses or casualties) [4]
ανήκουν σε επτά επιμέρους κατηγορίες και
μπορούν να συνοψιστούν ως εξής:
2.1. Βασικές κατηγορίες
ατυχημάτων
(1) Βύθιση του πλοίου (foundering or sinking)
κυρίως στην ανοιχτή θάλασσα [5]
λόγω δυσμενών κλιματολογικών συνθηκών ή μετατόπισης του φορτίου με αποτέλεσμα
να κοπεί το πλοίο σε δύο κομμάτια. Για να θεωρηθεί η βύθιση σαν ολική απώλεια
του πλοίου αυτό εξαρτάται από παράγοντες όπως η πιθανότητα να ανελκυστεί σε
σχέση με την κατάστασή του και τον τόπο του ατυχήματος καθώς και οι διαθέσιμες υπηρεσίες
επιθαλάσσιας αρωγής.
(2) Προσάραξη του πλοίου (grounding) ή όπως
κοινώς αποκαλείται όταν το πλοίο «πέφτει έξω» (stranding) συνήθως σε παράκτιες
περιοχές με πυκνή κυκλοφορία λόγω κυρίως μηχανικής βλάβης, κακοκαιρίας και
λανθασμένης πλοήγησης. Τα μεγάλης χωρητικότητας δεξαμενόπλοια (Very Large Crude
Carriers) είναι ιδιαίτερα ευπαθή σε τέτοιου είδους ατυχήματα λόγω των
διαστάσεων τους και της ύπαρξης ελάχιστου χώρου για ελιγμούς (manoeuvering).
Case Study: η περίπτωση του δεξαμενόπλοιου METULA που το έτος 1974 με φορτίο
190.000 τόνων πετρελαίου ενώ έπλεε προς τη Χιλή, επέλεξε πορεία διαμέσου των
στενών του Μαγγελάνου λόγω της σφοδρής κακοκαιρίας. Ενα λάθος ναυσιπλοίας
οδήγησε στην προσάραξη σε υφάλους
με τη μέγιστη ταχύτητα του με αποτέλεσμα τη διαρροή 50.000 τόνων φορτίου στο
θαλάσσιο περιβάλλον.
Με
σκοπό να μειωθούν τα ατυχήματα εξαιτίας προσαράξεων ο ΙΜΟ έχει εκτιμήσει ποιες
θαλάσσιες περιοχές με μεταβαλλόμενο βάθος είναι κατάλληλες για πλοία με μεγάλα
βυθίσματα και ποιες είναι σωστό να αποφεύγονται διότι δεν έχει γίνει ακόμη
συστηματική έρευνα. [6]
(3) Σύγκρουση (collision) ή επαφή του πλοίου
(contact). Στην πρώτη περίπτωση με άλλο πλοίο κυρίως σε λιμένες ή τερματικούς
σταθμούς και στις θαλάσσιες περιοχές με συχνή κυκλοφορία [7]
λ.χ. διεθνή στενά, διώρυγες κλπ.
Case Study: το δεξαμενόπλοιο PATMOS το έτος 1985 με φορτίο 83.000 τόνων συγκρούστηκε στα στενά
της Μεσσίνας στην Ιταλία με ένα άλλο πετρελαιοφόρο που βρισκόταν σε ταξίδι υπό
έρμα (δηλαδή χωρίς φορτίο). Η ποσότητα πετρελαίου που χύθηκε στο θαλάσσιο
περιβάλλον ήταν μικρή αλλά η οικολογική καταστροφή ήταν μεγάλη.
Στη
δεύτερη περίπτωση έχουμε επαφή του πλοίου με μία μόνιμη εγκατάσταση π.χ. μεταφορικά μέσα ξηράς,
προβλήτες λιμένων, πλατφόρμες εξόρυξης πετρελαίου.[8]
Οι στατιστικές αναλύσεις θεωρούν ότι περίπου το 90% των περιπτώσεων σύγκρουσης
και επαφής είναι αποτέλεσμα ανθρώπινου λάθους.
Σπουδαίο
ρόλο στη μείωση των ναυτικών ατυχημάτων από συγκρούσεις διαδραματίζει η σύμβαση
του ΙΜΟ «Διεθνείς κανονισμοί για την
αποφυγή των συγκρούσεων στη θάλασσα» (1972), η οποία καθιερώνει τις
υποχρεωτικές πορείες πλοίων (traffic seperation schemes), ιδίως σε περιοχές που
υπάρχει συχνή κυκλοφορία, και νέα βελτιωμένα συστήματα ραντάρ (το λεγόμενο
ARPA). [9]
(4) Εκρηξη (explosion) ή και πυρκαγιά (fire)
που εμφανίζει υψηλά ποσοστά σε απώλειες
ανθρώπινων ζωών διότι συνήθως το πλοίο δεν έχει άμεση βοήθεια από την
πλησιέστερη ακτή και οι επικρατούσες συνθήκες είναι εξαιρετικά δύσκολες
ιδίως κατά τη διάρκεια σφοδρής
κακοκαιρίας όταν μεταφέρεται επικίνδυνο φορτίο.
Case Study: το δεξαμενόπλοιο CASTILLO DE BELLVER το έτος 1983 φορτωμένο με 250.000 τόνους
πετρέλαιο τυλίχθηκε στις φλόγες κοντά στο λιμάνι του Κέιπταουν στη Νότια
Αφρική. Ακολούθησαν μαζικές εκρήξεις και σαν αποτέλεσμα το πλοίο κόπηκε σε δύο
κομμάτια αλλά οι άνεμοι που έπνεαν στην περιοχή βοήθησαν να αποφευχθεί μεγάλη
ζημιά στις ακτές από τη διαρροή πετρελαίου.
Ακόμη
και μετά την εγκατάσταση νέων συστημάτων πάνω στο πλοίο όπως η χρήση του
αδρανούς αερίου (Inert Gas System) και η πλύση των δεξαμενών με αργό πετρέλαιο
(Crude Oil Washing) για τη μείωση των
ποσοστών του οξυγόνου εντός των δεξαμενών φορτίου δεν έχει επιλύσει οριστικά το
πρόβλημα της πρόληψης των εκρήξεων στα δεξαμενόπλοια. [10]
(5) Ζημιές στη δομή του πλοίου (structural
failure) που συνήθως εμφανίζονται είτε στο εξωτερικό περίβλημα του πλοίου
(hull) είτε στα τοιχώματα των δεξαμενών (bulkheads) εξαιτίας κυρίως καιρικών
συνθηκών, μετατόπισης φορτίου και μηχανικής βλάβης, κακής συντήρησης με προφανή
συνέπεια την μη αντοχή των υλικών. [11]
Case Study: το δεξαμενόπλοιο WAFRA το έτος 1971 φορτωμένο με 40.000 τόνους αργό πετρέλαιο ζήτησε
τη βοήθεια ρυμουλκών όταν ακινητοποιήθηκε λόγω μηχανικής βλάβης και πλημμύρισε
το μηχανοστάσιο ενώ βρισκόταν κοντά στις ακτές της Νότιας Αφρικής, αλλά η
επιχείρηση διάσωσης απέτυχε και η πετρελαιοκηλίδα κατέστρεψε μεγάλες εκτάσεις
της παράκτιας ζώνης και μεγάλο αριθμό της θαλάσσιας πανίδας.
Πρέπει
όμως να αναφέρουμε για αυτό το είδος ατυχήματος ότι η σχετική ανθεκτικότητα
στην κατασκευή ενός πλοίου σχετίζεται άμεσα με την ηλικία του, στοιχείο που
επιβεβαιώνεται από τον υψηλό μέσο όρο ηλικίας του παγκόσμιου στόλου δεξαμενόπλοιων,
ιδίως των μεγάλων πλοίων.
(6) Απώλειες λόγω πολεμικών εχθροπραξιών (war
losses), οι οποίες συμβαίνουν σε δύο περιπτώσεις. Πρώτον, όταν τα δεξαμενόπλοια
έχουν επιταχθεί από την κυβέρνηση ενός κράτους για τη μεταφορά καυσίμων κατά τη
διάρκεια εμπόλεμων καταστάσεων [12]
και δεύτερον, όταν απασχολούνται εξαιρετικά μεγάλης χωρητικότητας δεξαμενόπλοια
για τη μεταφορά πετρελαίου σε περιόδους πετρελαϊκών κρίσεων για οικονομικούς
λόγους και εισέρχονται σε περιοχές που υπάρχουν εχθροπραξίες.
(7) Ετερόκλητα ατυχήματα τα οποία μπορούμε να
τα διαχωρίσουμε σε τέσσερις υπο- κατηγορίες:
(α) Μικτές
μορφές των παραπάνω π.χ. πυρκαγιά και βύθιση, σύγκρουση και βύθιση,
προσάραξη και πυρκαγιά, σύγκρουση και έκρηξη. Το φαινόμενο των μικτών μορφών
ατυχημάτων προβάλλει αρκετές δυσκολίες στην κατηγοριοποίηση τους διότι
εξαρτάται από το ποιος οργανισμός κάνει την επεξεργασία των στοιχείων, π.χ. ένα
πλοίο προσαράσσει ενώ προσπαθούσε να αποφύγει μία σύγκρουση αλλά τελικώς
συγκρούεται με άλλο πλοίο, τι είδους ατύχημα θα θεωρηθεί αυτό.
(β) Εσκεμμένη βύθιση του πλοίου (scuttling) με
τη μέθοδο του ανοίγματος οπών στα ύφαλα του πλοίου για να μην περιέλθει αυτό
στην κατοχή του εχθρού σε περιόδους πολέμου ή για την εξοικονόμηση χρημάτων
π.χ. ασφάλεια του πλοίου όταν ο πλοιοκτήτης δίνει εντολή για βύθιση του πλοίου.
Case Study: το δεξαμενόπλοιο SALEM το έτος 1980 αποτελεί τη σοβαρότερη υπόθεση ναυτικής απάτης
όταν βυθίστηκε εσκεμμένα από το πλήρωμα πλησίον των ακτών της Σενεγάλης αφού
είχε ήδη εκφορτώσει το φορτίο του στη Νότιο Αφρική (190.000 τόνοι), αφήνοντας
15.000 τόνους στις δεξαμενές φορτίου μαζί με θαλασσινό έρμα για να φαίνεται
περισσότερο πειστική η απώλεια.
(γ) Εξαφάνιση του πλοίου χωρίς αιτιολόγηση
(disappearance).
Case Study: το δεξαμενόπλοιο MILTON IATRIDIS το έτος 1969 φορτωμένο με 9.500 τόνους καυστική
σόδα ενώ έπλεε προς τη Δυτική Αυστραλία εξαφανίστηκε ανεξήγητα μαζί με το
πλήρωμα. Παρόλο που έγινε η διεξαγωγή εκτεταμένων ερευνών από θάλασσα και αέρα
δεν βρέθηκε ούτε ένα αποδεικτικό στοιχείο για την απώλεια του πλοίου και
παραμένει ακόμη και σήμερα ένα από τα μυστήρια της θάλασσας. [13]
(δ) Εγκατάλειψη του πλοίου (abandoned).
Case Study: το δεξαμενόπλοιο EASTLAND TRADER το έτος 1968 φορτωμένο με αργό πετρέλαιο και
κατεύθυνση προς το Χόνγκ Κόνγκ, εγκαταλείφθηκε από το πλήρωμα του κοντά
στις ακτές της Αλγερίας διότι αντιμετώπιζε προβλήματα σοβαρών διαρροών
πετρελαίου από τον πυθμένα του.
Είναι ευνόητο ότι όσο μεγαλύτερες είναι
οι ποσότητες φορτίου που μεταφέρονται, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η πρόκληση
ζημιάς στο θαλάσσιο περιβάλλον με όλες τις σχετικές συνέπειες. Σαν αποτέλεσμα,
τα γιγαντιαία πλοία απειλούν με σοβαρούς κινδύνους τις περιοχές μέσα στις
οποίες κινούνται παρά την προσπάθεια της διεθνούς νομοθεσίας που στοχεύει να
περιορίσει τους κινδύνους αυτούς.
Αρκεί να υπενθυμίσουμε ότι η θαλάσσια
ρύπανση που προκαλείται από το αργό πετρέλαιο, από τα παράγωγα του πετρελαίου ή
από ορισμένα χημικά φορτία εξαιρετικά μεγάλης τοξικότητας για το θαλάσσιο
περιβάλλον, προξενεί μεγάλη διαταραχή στο θαλάσσιο οικοσύστημα ενώ συγχρόνως η
καταπολέμηση της είναι επίπονη, χρονοβόρα και εξαιρετικά δαπανηρή με αμφίβολα
μάλιστα αποτελέσματα στις περιπτώσεις εκείνες που δρουν επιβαρυντικές συνθήκες.
Εκτός όμως από τις απώλειες πλοίων που
προξένησαν σοβαρή ζημιά στο θαλάσσιο περιβάλλον, πολλές φορές αποφεύχθηκε η
περιβαλλοντική καταστροφή (την τελευταία ίσως στιγμή) διότι δεν δημιουργήθηκε
σοβαρή ρύπανση παρά το γεγονός ότι πολλά από αυτά τα πλοία ήταν φορτωμένα
κυρίως με αργό πετρέλαιο κατά τη στιγμή της καταστροφής. Αυτό βέβαια σημαίνει
ότι τα σωστικά μέσα κατόρθωσαν να θέσουν υπό έλεγχο την κατάσταση ή να
διασώσουν μεγάλο μέρος του φορτίου πριν αυτό διαρρεύσει στη θάλασσα.
Σύμφωνα με μία μελέτη, [14]
αναλύοντας 38 περιπτώσεις θαλάσσιας ρύπανσης από τα δεξαμενόπλοια, βρέθηκε ότι:
α) 11 περιπτώσεις οφείλονται σε προσάραξη του πλοίου
σε βυθό/ύφαλο (ή αλλιώς 28,9% των περιπτώσεων)
β) 11 περιπτώσεις οφείλονται σε συγκρούσεις (ή αλλιώς
28,9% των περιπτώσεων)
γ) 8 περιπτώσεις οφείλονται σε πυρκαγιά/έκρηξη (ή
αλλιώς 21% των περιπτώσεων)
δ) 8 περιπτώσεις οφείλονται σε αποτυχία της δομής του
πλοίου για οποιοδήποτε λόγο (ή αλλιώς 21% των περιπτώσεων)
Εξάλλου
σύμφωνα με παραπλήσιας υφής μελέτη [15]
η οποία αναλύει τα αίτια δημιουργίας των 50 μεγαλύτερων κηλίδων πετρελαίου που
προκλήθηκαν από πλοία τύπου tankers και συνδυασμένων μεταφορών (O/O, OBO)
βρέθηκε ότι:
α) σε 14 περιπτώσεις αίτιο ήταν η προσάραξη σε βυθό ή
ύφαλο (ή αλλιώς 28% των περιπτώσεων)
β) σε 12 περιπτώσεις αίτιο ήταν η πυρκαγιά/έκρηξη (ή
αλλιώς 24% των περιπτώσεων)
γ) σε 11 περιπτώσεις αίτιο ήταν η σύγκρουση (ή αλλιώς
22% των περιπτώσεων)
δ) σε 11 περιπτώσεις αίτιο ήταν η αποτυχία της δομής
του πλοίου λόγω κοπώσεως των μετάλλων (ή αλλιώς 22% των περιπτώσεων)
ε) σε 2 περιπτώσεις το αίτιο παραμένει άγνωστο (ή
αλλιώς 4% των περιπτώσεων)
Εάν
συγκρίνουμε και αναλύσουμε τα ποσοστά από τις δύο μελέτες μπορούμε να συνάγουμε
μία σειρά από συμπεράσματα που αφορούν άμεσα την προβληματική μας. Τα ποσοστά
σε κάθε κατηγορία αιτίων είναι ίδια ή παραπλήσια, πράγμα που επιβεβαιώνει την
αξία των στατιστικών τους μελετών. Ο ανθρώπινος παράγοντας φαίνεται υπεύθυνος
για τις περισσότερες περιπτώσεις. Συγκεκριμένα ευθύνεται σχεδόν ολικά για τις
περιπτώσεις προσαράξεων και συγκρούσεων (57,8% και 50% αντίστοιχα) πιθανόν και
για τμήμα της κατηγορίας πυρκαγιά και έκρηξη (21% και 24% και στις δύο
μελέτες). Η ηλικία του πλοίου είναι δευτερεύον αίτιο, αφού αναφέρεται σε μικρό
ποσοστό μόνο των κατηγοριών πυρκαγιά και έκρηξη (21% και 24%) και αποτυχία
δομής πλοίου (21% και 22%).
Σύμφωνα
με τα στοιχεία πιο πρόσφατης μελέτης, [16]
οι απορρίψεις πετρελαίου στη θάλασσα από τα εμπορικά πλοία υπολογίζεται ότι έχουν πέσει δραματικά, από 2,13 εκ. τόνοι (1973) σε 1,47 εκ. (1981) και τελικά
σε 568,000 τόνοι (1989), εκ των οποίων μόνο 121,000 τόνοι οφείλονται σε
ατυχήματα δεξαμενόπλοιων. Τούτο πιθανόν να οφείλεται στην εισαγωγή νέων
τεχνολογιών πάνω στα πλοία που καθιέρωσε η ναυτιλιακή βιομηχανία λ.χ. LOT, COW,
SBT [17]
και στην έναρξη ισχύος της σύμβασης MARPOL.
Ειδικότερα
για την ατυχηματική ρύπανση, εμφανίζεται μία πτωτική τάση από τα μέσα της
δεκαετίας του 1970 μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1980 (ο μέσος ετήσιος
αριθμός των σημαντικότερων απορρίψεων έχει πέσει στο 1/3 σε σχέση με την
προηγούμενη δεκαετία). Οι συχνότερες αιτίες αφορούν στις συγκρούσεις και τις
προσαράξεις αλλά μεγαλύτερες ποσότητες πετρελαίου χύθηκαν εξαιτίας εκρήξεων και
αποτυχίας της δομής του πλοίου.
Το
γεγονός ότι ένας μεγάλος αριθμός διεθνών και ιδιωτικών οργανισμών συγκεντρώνει
στοιχεία, όσο επαγγελματικά και με σχετική επιμέλεια να γίνεται αυτό, δεν είναι
δυνατόν να επιλυθεί το πρόβλημα της έλλειψης στοιχείων, επομένως και αρκετά
περιστατικά δε θα γίνουν γνωστά. Πλείστα προβλήματα δημιουργούνται με τον
χαρακτηρισμό ενός ατυχήματος, ιδίως στις μικτές μορφές, εξαρτάται δε από ποιος
κάνει την επεξεργασία των στοιχείων.
Πρόσθετα
υπάρχουν δυσχέρειες στον υπολογισμό της ποσότητας πετρελαίου που χύθηκε στο
θαλάσσιο περιβάλλον για κάθε περιστατικό, όχι μόνο όταν έχουμε απόρριψη λίγων
τόνων πετρελαίου οπότε και η απόκλιση είναι συνήθως μεγάλη, αλλά και στις πιο
δύσκολες περιπτώσεις όπου έχει παραμείνει φορτίο στις δεξαμενές ενός βυθισμένου
πλοίου ή η πυρκαγιά έχει ήδη απορροφήσει μέρος του φορτίου. Πολλοί φορείς
βασίζονται σε στοιχεία που δίδονται εθελοντικά από τους πλοιοκτήτες τα οποία
και συμπληρώνονται από άλλες πηγές. Αυτή η εξάρτηση από εθελοντική ροή
πληροφοριών μας οδηγεί αναπόφευκτα στη σκέψη ότι η πληροφορία δεν είναι
ακριβής, ιδίως για τις περιπτώσεις πολύ μικρών απορρίψεων.
Υπάρχει
επομένως μεγάλος κίνδυνος να δίνεται έμφαση στις στατιστικές. Οι προσαράξεις,
συγκρούσεις, εκρήξεις είναι αποτελέσματα και όχι οι αρχικές αιτίες. Εάν κάποιος
επιθυμεί να γνωρίσει την πραγματική αιτία πρέπει να κοιτάξει πίσω από τα
δεδομένα και να αναρωτηθεί γιατί συνέβη ή προσάραξη. Τα πλοία δεν κτυπούν από
μόνα τους σε έναν ύφαλο αλλά οδηγούνται εκεί. [18]
Στον παρακάτω πίνακα γίνεται αναλυτική
παρουσίαση των σοβαρότερων ατυχημάτων δεξαμενόπλοιων για μία αρκετά μεγάλη
χρονική περίοδο (1960-1996) από την πλευρά των ποσοτήτων πετρελαίου που
εκχύθηκαν στο θαλάσσιο περιβάλλον. Σ’ αυτή την λίστα δεν περιλαμβάνονται
περιστατικά ρύπανσης που προκλήθηκαν αποκλειστικά από εχθροπραξίες.
[1] Τα αβαθή είναι η φυσικά σχηματισμένη περιοχή της ξηράς
που περιβρέχεται από τη θάλασσα, η οποία κατά τη μεγίστη ρηχία βρίσκεται πάνω
από την επιφάνεια της θάλασσας και κατά τη μεγίστη πλήμη κάτω από τη θάλασσα.
[2]Βλ. M McGonigle – R.
Zacher, (1981), "Pollution, Politics and International Law. Tankers at
Sea", pp. 20-22.
[3]Αλλοι
συγγραφείς αυτήν την περίπτωση θαλάσσιας ρύπανσης τη θεωρούν ως λειτουργική
ρύπανση από τα δεξαμενόπλοια επειδή συνδέεται με τις συνήθεις λειτουργίες των
τάνκερς (φόρτωση, εκφόρτωση).
[4]Σύμφωνα με
τη Marine Insurance Act (1906), ως
ολική απώλεια ορίζεται: όταν το ασφαλισμένο αγαθό (πλοίο) έχει καταστραφεί ή
έχει τέτοιας έκτασης ζημιά ώστε να παύσει να θεωρείται ως το αρχικό αγαθό που
ασφαλίστηκε ή όταν ο ασφαλιζόμενος έχει υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά. Το ερώτημα
είναι εάν το πλοίο παραμένει όπως ήταν (διατηρεί το χαρακτήρα του ως πλοίο) ή
θεωρείται μερικώς ναυάγιο. Σύμφωνα με το άρθρο 2 (2) της σύμβασης του ΙΜΟ για
την επέμβαση στην ανοιχτή θάλασσα σε περιπτώσεις θαλάσσιας ρύπανσης από
πετρέλαιο (Intervention convention, 1969): ως
ναυτική απώλεια θεωρείται η σύγκρουση πλοίων, προσάραξη ή άλλο ατύχημα της
ναυσιπλοίας ή άλλο συμβάν πάνω στο πλοίο ή εξωτερικής φύσης το οποίο έχει ως
αποτέλεσμα σοβαρή ζημιά ή απειλή ζημιάς στο πλοίο ή στο φορτίο.
[5] Βλ.
H. Bennett, (1996), “The Law of the Marine Insurance”, pp. 362-66. Αυτή η μορφή
ατυχήματος συχνά είναι η φυσική συνέχεια των άλλων μορφών ατυχημάτων. Στις
περισσότερες πηγές η βύθιση του πλοίου δεν αναφέρεται ως είδος ατυχήματος αν
και το γεγονός ότι, ιδίως πριν τον ερχομό του ατμού, πολλά πλοία βυθίστηκαν
χωρίς κανένα ίχνος, ενισχύει την αντίθετη άποψη.
[7] Το 30% των συγκρούσεων συμβαίνει σε περιοχές όπως η
Μάγχη, ενώ το 40% αντίστοιχα στις περιοχές γύρω από τις ακτές της Δυτικής
Ευρώπης και στις Βόρεια Θάλασσα και Βαλτική. Βλ. R. Thompson, (1972),
"Establishing Global Traffic Flows", Journal of Navigation 25, p.488.
Εμείς θα συμπληρώναμε τις θαλάσσιες περιοχές γύρω από την Ιαπωνία και τη
Νότια Κινεζική Θάλασσα διότι υπάρχει μεγάλος αριθμός μικρών πλοιάριων (small craft) λ.χ.
αλιευτικά, αναψυχής, τα οποία συχνά διασχίζουν τις περιοχές αυτές, και τη
Μεσόγειο Θάλασσα διότι είναι συχνό πέρασμα για πολλές πορείες πλοίων λ.χ.
Σουέζ, Βόσπορος, Γιβραλτάρ, Αδριατική.
[8] Παρόλο που τα παγόβουνα είναι ψυχρό ύδωρ, θεωρούνται
αντικείμενα (objects) και
επομένως είναι σύγκρουση και όχι επαφή ή πρόσκρουση με πλοίο.
[9]Βλ. IMO News, (1981),
No4, p.3. Αρκεί να αναφέρουμε ότι στην περίοδο 1956 - 1961 είχαν ανακοινωθεί 156
συγκρούσεις πλοίων, ενώ κατά την περίοδο 1976 - 1981 μόνο 45.
[10] Το έναυσμα για καθιέρωση των παραπάνω συστημάτων
(ενσωματώθηκαν στα πρωτόκολλα των συμβάσεων MARPOL και SOLAS το 1978)
έδωσαν οι αλυσιδωτές εκρήξεις σε τρία δεξαμενόπλοια το ίδιο έτος (1969) ενώ
έπλεναν τις δεξαμενές φορτίου σε ταξίδι υπό έρμα, πλησίον των ακτών της
Αφρικής: το MARPESSA
(206,805 dwt) το οποίο και βυθίστηκε, το MACTRA (208,560 dwt) και το KONG HAAKON VII (219,000 dwt), τα οποία
τελικώς επισκευάστηκαν.
[11] Τα περισσότερα δεξαμενόπλοια σήμερα είναι εφοδιασμένα με
ειδικό εξοπλισμό που παρακολουθεί τις ροπές κάμψης (bending moments).
[12] Ιδίως κατά τη διάρκεια των δύο παγκόσμιων πολέμων πολλά δεξαμενόπλοια
είχαν επιταχθεί από εμπόλεμα κράτη για τη μεταφορά καυσίμων (γνωστά ως admiralty oilers).
[13] Σύμφωνα με τους Lloyd's ο αριθμός
των πλοίων που εξαφανίστηκαν κατά το παρελθόν είναι πολύ μεγαλύτερος από τον
αντίστοιχο σημερινό, λ.χ. το 1905 ανακοινώθηκαν 55 πλοία ως "missing" ενώ
τον επόμενο χρόνο ήταν 34 αυτά που είχαν εξαφανιστεί
[14] Πρόκειται για τη
μελέτη Lloyd's Register of Shipping, (1990), "Oil Tankers and Environment:
Planning for the Future".
[15] Πρόκειται για τη
μελέτη ICS & OCIMF, (199O), "Oil Tanker Design and Pollution
Prevention: A Report by the Shipping Industry".
[16] Βλ. U.S. National
Academy of Sciences, (1991), "Oil Entering the Sea from Maritime
Transport", στο ενημερωτικό φυλλάδιο του I.C.S, (1993), "Shipping and
the Environment. A Code of Practice".
[17] Αναλυτικά
στοιχεία για τα τρία συστήματα υπάρχουν στο σύγγραμμα των Γ. Βλάχου - Α.
Αλεξόπουλου, (1995), "Τεχνικο-οικονομικές Απόψεις της Θαλάσσιας Διακίνησης
των Αγαθών και της Προστασίας του Θαλασσίου Περιβάλλοντος", σελ. 100-103
και 109-113.
[18] Βλ.D. Abecassis - R.
Jarashow, (1985), "Oil Pollution from Ships", p. 62. Η ίδια πηγή
παρουσιάζει μία μελέτη σχετική με το μέρος (σημείο) που συνέβη η ρύπανση από
πετρέλαιο, ατυχηματική και λειτουργική,
κατά τα έτη 1973-1979 και κατέληξε στα εξής: 3,330 περιστατικά λειτουργικών
απορρίψεων, 147 προσαράξεις, 87 συγκρούσεις και 208 από άλλες αιτίες (π.χ.
εκρήξεις, πυρκαγιές, αποτυχία δομής πλοίου) συνέβησαν εντός ή πλησίον ενός
λιμένα. Αντίστοιχα μόνο 235 περιστατικά από λειτουργικές διαδικασίες των
τάνκερς, 53 προσαράξεις, 27 συγκρούσεις και 27 περιπτώσεις από άλλα αίτια
συνέβησαν στην ανοιχτή θάλασσα ή σε κάποιο άλλο σημείο εκτός παρακτίων ζωνών.
Η πολιτεία έπρεπε να λαμβάνει δραστικά μέτρα για την προστασία των θαλασσών από αυτές τις περιπτώσεις ..........λυπάμαι που σε μια νησιωτική χώρα όπως η Ελλάδα δεν λαμβάνονται όλα τα μέτρα και δυστυχώς........υπάρχει κίνδυνος για θαλάσσια μόλυνση
ΑπάντησηΔιαγραφή